Print bookPrint book

Η ΦΤΩΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Η ΦΤΩΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ιστοχώρος: Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών
Μάθημα: ΘΕΛΩ ΒΟΗΘΕΙΑ
Book: Η ΦΤΩΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Printed by: Επισκέπτης
Date: Πέμπτη, 25 Απρίλιος 2024, 10:55 μμ

Η ΦΤΩΧΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Πολλές είναι οι αιτίες πίσω από τα κύρια κοινωνικά προβλήματα, που οδηγούν φορείς μεταξύ των οποίων κυρίαρχη θέση έχουν οι Εκκλησιαστικοί, να αναλάβουν δράσεις για την άμβλυνση των προβλημάτων των ανθρώπων. Ένα από τα κυριότερα τέτοια προβλήματα είναι η φτώχεια. Η φτώχεια ως κοινωνικό πρόβλημα, είναι μια βαθιά πληγή που διαπερνά κάθε διάσταση του πολιτισμού και της κοινωνίας. Απειλεί όσους και όσες έχουν συνεχώς χαμηλά επίπεδα εισοδήματος, ενώ αγγίζει τους μη έχοντες εισοδήματα και τους άστεγους. Απειλεί όσους και όσες έχουν έλλειμμα πρόσβασης σε υπηρεσίες, όπως στην εκπαίδευση, στην υγειονομική περίθαλψη και σε κοινωφελείς εγκαταστάσεις, όπως νερό, θέρμανση ή ρεύμα. Επιπλέον, είναι ένα φαινόμενο το οποίο εμποδίζει όσους βρίσκονται στη κατάσταση αυτή να βρουν τα κατάλληλα μέσα, ώστε να μπορέσουν να διαφύγουν, με αποτέλεσμα να τους δημιουργούνται συναισθήματα απελπισίας, απόγνωσης και κοινωνικού αποκλεισμού.

Η Ελλάδα είναι μια χώρα η οποία βρίσκεται σε μια δύνη οικονομικής ύφεσης, τα αποτελέσματα της οποίας είναι ιδιαίτερα αισθητά για το σύνολο του πληθυσμού, αφού διαπιστώνεται γενικότερη μείωση μισθών, συντάξεων, θέσεων εργασίας, παροχής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και γενικότερης λειτουργίας του μηχανισμού κοινωνικής πρόνοιας και προστασίας. Την κατάσταση έρχεται να επιδεινώσει η αδυναμία του κρατικού μηχανισμού για προστασία των αδύναμων ομάδων του πληθυσμού, όπως ηλικιωμένων, παιδιών και χρόνια ανέργων. Τα μέτρα που λαμβάνονται δεν επαρκούν για την καταπολέμηση της φτώχειας, κινούνται στη λογική των «επιδομάτων» και σε καμία περίπτωση δεν συνιστούν αποτελεσματική αντιμετώπιση.

Τα προβλήματα αυτά, αποφέρουν σημαντικές αναταράξεις στην κοινωνική συνοχή, αφού δημιουργούν μια ομάδα η οποία αδυνατεί να ενσωματωθεί στην κοινωνία. Επισημαίνεται από τους ερευνητές του φαινομένου, ότι δεν αν γίνουν ενέργειες καταπολέμησης του φαινομένου αυτού, τότε είναι αναπόφευκτη η κοινωνική ρήξη, το χάσμα μεταξύ της κοινωνίας θα μεγαλώσει και οι κοινωνικές συγκρούσεις θα ενταθούν.

Σύμφωνα με τον OECD (Organization for Economic Co-operation and Development), το συνολικό ποσοστό φτώχειας για την Ελλάδα, ανέρχεται στο 13% του πληθυσμού, μεγαλύτερο κατά δύο μονάδες από τον μ.ο. των κρατών που συμμετέχουν στον Οργανισμό, καθώς και το δεύτερο υψηλότερο στην ΕΕ. Κύριος λόγος που έχει ως αποτέλεσμα το μεγάλο ποσοστό φτώχειας στη χώρα μας, είναι τα υψηλά ποσοστά ανεργίας καθώς και το ότι:

  • το 25% νοικοκυριών δεν έχει ούτε έναν εργαζόμενο,
  • το 9% των ατόμων που ζουν σε νοικοκυριά με έναν εργαζόμενο, βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας.

Οι μεγαλύτερες πιθανότητες να βρεθεί κάποιος κάτω από το όριο της φτώχειας, οι πιο επισφαλείς ομάδες, είναι αυτές των εργαζομένων σε μερική ή εποχιακή απασχόληση και των οικογενειών με παιδιά. Όσον αφορά την πιθανότητα να βρεθούν κάτω από το όριο της φτώχιας ηλικιωμένοι ή συνταξιούχοι το ποσοστό ανέρχεται στο 23,1% του πληθυσμού σε σχέση με το 13% των κρατών στον OECD, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με το σχετικά γενναιόδωρο ύψος των συντάξεων και σε αναντιστοιχία με το ποσό των εισφορών των εργαζομένων (1).

Τα ποσοστά της ΕΛΣΤΑΤ για το συνολικό πληθυσμό της χώρας που κινδυνεύει να βρεθεί κάτω από το όριο της φτώχειας είναι αντίστοιχο με το προαναφερθέν 23,1% (19,7% το 2009) όταν το όριο της φτώχειας ορίζεται στο 60% του διάμεσου ισοδύναμου εισοδήματος του νοικοκυριού.

  • Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται σε 5.708 € ετησίως ανά άτομο και σε 11.986€ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.
  • Το μέσο ετήσιο ατομικό ισοδύναμο εισόδημα ανέρχεται σε 10.676 ευρώ και το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της χώρας σε 17.977 ευρώ.
  • Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 914.873 και τα μέλη τους σε 2.535.700.

Το μεγαλύτερο ποσοστό των εσόδων των νοικοκυρών, σύμφωνα με στοιχεία του 2012, καλύπτουν με σειρά προτεραιότητας:

  • Είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (20% των εσόδων)
  • Στέγαση, ύδρευση, καύσιμα και φωτισμός κύριας και δευτερεύουσας ή εξοχικής κατοικίας (14% των εσόδων)
  • Μεταφορές (13% των εσόδων)

Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ

Διαπιστώσεις για τη φτώχεια στην Ελλάδα

  1. Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια), ανέρχεται σε 26,9% και είναι υψηλότερος κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες από το αντίστοιχο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού.
  2. Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, ανέρχεται σε 17,2%.
  3. Ο πληθυσμός που διαβιεί σε νοικοκυριά που δεν εργάζεται κανένα μέλος ή εργάζεται λιγότερο από 3 μήνες, συνολικά το έτος, ανέρχεται σε 1.010.900 άτομα ή σε 16,1% του πληθυσμού ηλικίας 18-59 ετών, ενώ το προηγούμενο έτος (2011) ανερχόταν σε 837.300 άτομα.
  4. Το ποσοστό του πληθυσμού που απειλείται από τη φτώχεια ως προς το σύνολο του πληθυσμού για κάθε μία από τις παρακάτω ομάδες είναι:
    • Μονογονεϊκά νοικοκυριά με τουλάχιστον ένα εξαρτώμενο παιδί (66,0%)
    • Άνδρες άνεργοι (52,1%)
    • Λοιποί μη οικονομικά ενεργοί (εκτός συνταξιούχων (33,3%)
    • Παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (26,9%)
    • Μονοπρόσωπα νοικοκυριά με μέλος θήλυ (24,1%)
    • Νοικοκυριά με έναν ενήλικα ηλικίας 65 ετών και άνω (23,5%)
  1. Ο πληθυσμός σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού, ανέρχεται σε 3.795.100 άτομα ή σε 34,6% του συνόλου του πληθυσμού (το έτος 2011 ήταν 3.403.300 άτομα).
  2. Ο κίνδυνος φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, υπολογιζόμενος με κατώφλια διάφορα του 60% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, ανέρχεται σε:
    • 10,6%, αν το κατώφλι οριστεί στο 40% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος,
    • 16,0%, αν το κατώφλι οριστεί στο 50% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος και
    • 27,3%, αν το κατώφλι οριστεί στο 70% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, αντίστοιχα.
Χαρακτηριστικά πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας
  • Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας είναι υψηλότερο στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες, συγκεκριμένα 23,6% και 22,5%, αντίστοιχα. Τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά με θήλυ μέλος, απειλούνται από τη φτώχεια σε ποσοστό 24,1%, ενώ τα αντίστοιχα με άρρεν μέλος σε ποσοστό 19,3%.
  • Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, υπολογίζεται σε 17,2%, ενώ για άτομα ηλικίας έως 17 ετών σε 26,9 %.

  • Ο κίνδυνος φτώχειας για τις ηλικίες άνω των 75 ετών υπολογίζεται σε 20,0%, ενώ για άτομα ηλικίας κάτω των 75 ετών σε 23,4 %.

  • Ο κίνδυνος φτώχειας των μονογονεϊκών νοικοκυριών με τουλάχιστον ένα εξαρτώμενο παιδί, ανέρχεται σε 66,0%, ενώ ο αντίστοιχος δείκτης για τα νοικοκυριά με δύο γονείς και ένα εξαρτώμενο παιδί ανέρχεται σε 25,3%.

  • Οι εργαζόμενοι κινδυνεύουν λιγότερο από τους ανέργους και τους οικονομικά μη ενεργούς (συνταξιούχους, νοικοκυρές κλπ.). Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας στους εργαζομένους ανέρχεται σε 15,1% (άνδρες 16,5% και γυναίκες 13,1%), στους λοιπούς οικονομικά μη ενεργούς (δεν περιλαμβάνονται οι συνταξιούχοι) σε 33,3% και στους ανέργους σε 45,8%.

  • Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ιδιόκτητη κατοικία απειλούνται από φτώχεια σε ποσοστό 21,6%, ενώ αυτά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία σε ποσοστό 29,6%. Ο κίνδυνος φτώχειας ηλικιωμένων 75 ετών και άνω ανέρχεται για τους ιδιοκτήτες σε 20,3% ενώ για τους ενοικιαστές σε 15,8%

.

Οι λόγοι του φαινομένου της φτώχειας

Η κατάσταση της φτώχειας έχει επιδεινωθεί στην Ελλάδα για το 2013, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της τριμηνιαίας έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την κοινωνική κατάσταση και την απασχόληση στην ΕΕ. Την περίοδο 2008-2013, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 14,8% στην Ελλάδα, καταγράφοντας το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ μετά την Ιρλανδία (-16%), ενώ μεγάλες μειώσεις παρατηρήθηκαν επίσης, στην Πορτογαλία με -7,5% και την Ισπανία με -5,2%. Κύριος λόγος αυτών των μειώσεων, όπως εξηγεί η Επιτροπή, ήταν οι μεγάλες αυξήσεις σε φόρους, οι μειώσεις σε συντάξεις και ο περιορισμένος αντίκτυπος των δαπανών για την κοινωνική προστασία.

Το 2013, το μοναδιαίο κόστος εργασίας σημείωσε τις μεγαλύτερες μειώσεις στην Κύπρο (-5,4%) και την Ελλάδα (-4,7%), ενώ οι Έλληνες εμφανίζονται ως οι Ευρωπαίοι που εργάζονται τις περισσότερες ώρες εβδομαδιαίως με 43,7 ώρες, καθώς και ότι το 1/3 των Ελλήνων ζουν με λιγότερα από 470 € μηνιαίως.
Αποτελέσματα μελετών και παρακολούθησης για την Ελλάδα, υποδεικνύουν ότι πρέπει να γίνει άμεση αξιολόγηση της κοινωνικής πολιτικής της χώρας και παράλληλα, θα πρέπει να γίνουν μεταρρυθμίσεις στους μηχανισμούς ανταποδοτικότητας, ώστε να ενισχυθεί το εισόδημα των χαμηλόμισθων και των οικογενειών σε δυσχερή θέση. Έχει παρατηρηθεί, ότι το δίκτυο ανταποδοτικότητας δεν στοχεύει στα νοικοκυριά ανέργων, ούτως ώστε να μειωθεί το ποσοστό επικινδυνότητας σε σχέση με των νοικοκυριών με εργαζόμενο και υπάρχει η τάση έλλειψης αποτελεσματικότητας στη μείωση ποσοστού φτώχειας για οικογένειες με παιδιά.

Ο παρακάτω πίνακας αποτυπώνει το εργατικό δυναμικό σε σχέση με την αγορά εργασίας για πληθυσμό από 15 ετών και άνω, κατά κατάσταση απασχόλησης, αφού η φτώχεια είναι πολύ στενά συνδεδεμένη με την απασχόληση και την εύρεση εργασίας:

Το βάθος (χάσμα) κινδύνου φτώχειας, αναφέρεται στην εισοδηματική κατάσταση των ατόμων που βρίσκονται κάτω από το κατώφλι της φτώχειας και είναι η διαφορά μεταξύ του κατωφλιού του κινδύνου φτώχειας για το σύνολο του πληθυσμού και του διάμεσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος του φτωχού πληθυσμού και εκφράζεται ως ποσοστό επί του κατωφλιού του κινδύνου φτώχειας.

  • Για το 2012, το βάθος (χάσμα) κινδύνου φτώχειας, ανήλθε σε 29,9% του κατωφλιού του κινδύνου φτώχειας. Αυτό σημαίνει ότι το 50% των φτωχών κατέχουν εισόδημα μεγαλύτερο από το 70,1% του κατωφλιού του κινδύνου φτώχειας (το οποίο ανέρχεται σε 5.708 ευρώ), δηλαδή πάνω από 4.001 ευρώ, ετησίως, ανά άτομο.
  • Το βάθος κινδύνου φτώχειας, εκτιμάται για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών σε 36,0%, ενώ για άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω εκτιμάται σε 14,8%.

Σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα οι εθνικοί λογαριασμοί και μισθοί, η παραγωγικότητα και το κόστος εργασίας σε τριμηνιαία βάση για την περίοδο 2011-2013, παρουσιάζουν αισθητή ετήσια ποσοστιαία μεταβολή στις αμοιβές, παραγωγικότητα, μοναδιαίο κόστος εργασίας και αποπληθωριστή ΑΕΠ:

Σαν γενική διαπίστωση μπορεί να αναφερθεί ότι η απασχόληση και στη συγκεκριμένη περίπτωση τα υψηλά ποσοστά ανεργίας συμβάλλουν στην επιδείνωση του φαινομένου της φτώχειας.

Όμως, η ανεργία, είναι μία από τις κατηγορίες, αν μπορούμε να τις ονομάσουμε έτσι, οι οποίες οδηγούν σε δυσχερείς για το κοινωνικό σύνολο καταστάσεις. Για το κράτος, στα πλαίσια τόσο της Στρατηγικής της ΕΕ «Ευρώπη 2020» που αφορούν στη καταπολέμηση της φτώχειας ή/και του κοινωνικού αποκλεισμού, όσο και για την κρατική κοινωνική πρόνοια, η μείωση της ανεργίας θα πρέπει ναι μεν, να είναι πρωταρχικός στόχος, αλλά θα πρέπει να εξεταστούν και άλλοι παράγοντες που οδηγούν σε κοινωνική ένδεια.